750 εκατ. θα διατεθούν για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων

Μέσα στα επόμενα χρόνια θα διατεθούν κεφάλαια ύψους 750 εκατ. ευρώ για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, με προφανή οφέλη για την οικονομία, την απασχόληση και το περιβάλλον.

Τα παραπάνω τόνισε ο σύμβουλος του ΓΓ Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του υπουργείου ΠΑΠΕΝ, Δημήτρης Αθανασίου, κατά την ομιλία του στο πλαίσιο του συνεδρίου Energy Efficiency Conference 2015.

Ο ίδιος αναφέρθηκε στους στόχους της ΕΕ καθώς και στο νομοθετικό πλαίσιο για την ενεργειακή απόδοση (κοινοτικές Οδηγίες 2012/27 και 2010/31), ενώ σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη δεύτερη Οδηγία είπε ότι εκκρεμεί η μελέτη για τον καθορισμό του βέλτιστου από πλευράς κόστους ελάχιστων απαιτήσεων (cost optimal).

H ενεργειακή απόδοση στον κτιριακό τομέα βελτιώνεται σταδιακά, επισήμανε και σημείωσε ότι αν αναβαθμιζόταν πλήρως το κτιριακό απόθεμα ώστε να ανταποκρίνεται στις ελάχιστες απαιτήσεις του ΚΕΝΑΚ (ενεργειακή κατηγορία Β΄), τότε η εξοικονόμηση θα ανερχόταν σε 60% στις μονοκατοικίες, σε 56% στις πολυκατοικίες, σε 38% στα γραφεία-καταστήματα, σε 48% στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και σε 37% στα νοσοκομεία.

Νέο ΕΣΠΑ 

Ο κ. Αθανασίου είπε ότι στο νέο ΕΣΠΑ τα προβλεπόμενα ποσά για μέτρα ενεργειακής απόδοσης είναι 260 εκατ. ευρώ για τις κατοικίες (+90% επιστροφή από το Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον), 230 εκατ. ευρώ για τα δημόσια κτήρια, 30 εκατ. ευρώ για τον τριτογενή τομέα και 30 εκατ. ευρώ, επίσης, για τη βιομηχανία.

Στο πλαίσιο του Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον, υποβλήθηκαν 200.000 αιτήσεις περίπου, εκ των οποίων εντάχθηκαν τελικά στο πρόγραμμα 47.000. Ήδη, έχουν ολοκληρωθεί τα έργα για 35.000 αιτήσεις.

Η εκτιμώμενη εξοικονόμηση ενέργειας είναι 90 Ktoe και υπολογίζεται ότι οδηγεί στη δημιουργία 2.500 θέσεων εργασίας ετησίως. Για τα νοικοκυριά ειδικότερα, ο μέσος εξοικονόμησης εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 40% και η μείωση τα ποσά που καταβάλλονται για τους λογαριασμούς θα μειωθούν από 400 έως 1.200 ευρώ σε ετήσια βάση.

Τα προβλήματα του προγράμματος, ανέφερε ο κ. Αθανασίου, αφορούν τη μεγάλη περίοδο ωρίμανσης, την έλλειψη διαθέσιμης ρευστότητας από την πλευρά των τραπεζών, τη γραφειοκρατία, καθώς και τις καθυστερήσεις στις αποπληρωμές.

Από την άλλη πλευρά, τα οφέλη είναι πολύ σημαντικά, καθώς, μεταξύ άλλων, μειώνεται η λεγόμενη ενεργειακή φτώχεια, αυξάνεται η αξία των ακινήτων, δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, ενισχύεται η ενεργειακή ασφάλεια και υπάρχουν θετικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.